- διήνυσε
- διανύωbring quite to an endaor ind act 3rd sg (attic epic ionic)διανύωbring quite to an endaor ind act 3rd sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διήνυσ' — διήνυσα , διανύω bring quite to an end aor ind act 1st sg (attic epic ionic) διήνυσα , διανύω bring quite to an end aor ind act 1st sg (attic epic ionic) διήνυσο , διανύω bring quite to an end plup ind mp 2nd sg διήνυσο , διανύω bring quite to an … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δρομόμετρο — το όργανο με το οποίο μετριέται η ταχύτητα πλοίου (ή σιδηροδρόμου ή αεροπλάνου) καθώς και η απόσταση που διήνυσε σε ορισμένο χρόνο … Dictionary of Greek
ταχύτητα — Στη φυσική, ανυσματικό μέγεθος που εκφράζει την ταχύτητα με την οποία ένα κινητό σημείο διατρέχει την τροχιά του· η τ. συνήθως ορίζεται αν το διάστημα που έχει διανυθεί διαιρεθεί διά του χρόνου που απαιτήθηκε για να διανυθεί. Η έννοια της τ.… … Dictionary of Greek
φάση — Στη χημεία είναι οποιοδήποτε ομογενές μέρος ενός συστήματος, δηλαδή με τις αυτές φυσικές και χημικές ιδιότητες σε κάθε σημείο του, και φυσικά, διακριτό ώστε να διαχωρίζεται από τα άλλα μέρη του συστήματος από σαφώς καθορισμένες οριακές επιφάνειες … Dictionary of Greek
Ρίντμπεργκ, Γιοχάνες Ρόμπερτ — (Rydberg, Χάλμστατ 1854 – Λουντ 1919). Σουηδός φυσικός. Αφού τελείωσε τις σπουδές του μαθηματικών (1879) στο πανεπιστήμιο του Λουντ, διήνυσε εκεί όλη την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του, από το 1901 ως έκτακτος καθηγητής της φυσικής και από το 1909… … Dictionary of Greek